Ρενέ Ντεκάρτ: Στοχασμοί περί της Πρώτης Φιλοσοφίας

Φιλοσοφία (σχεδόν) για όλους
22 Ιουνίου, 2018
Η διδασκαλία της Φιλοσοφίας: Μεσαίωνας, Αναγέννηση, Κλασική εποχή
22 Ιουνίου, 2018
Show all

Ρενέ Ντεκάρτ: Στοχασμοί περί της Πρώτης Φιλοσοφίας

Μετάφραση-σχόλια Ευάγγελος Βανταράκης, εκδ. Εκκρεμές (‘Ευμενείς έλεγχοι’), Αθήνα, 2003, 308 σελίδες.

Ας δηλωθεί ευθύς εξαρχής: η έκδοση αυτή δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Πρόκειται για το σημαντικότερο καρτεσιανό κείμενο που, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, μεταφράστηκε επιτέλους δόκιμα στη γλώσσα μας. Αποτελεί ευτύχημα το γεγονός ότι, χάρη στον μόχθο του Ευάγγελου Βανταράκη, κρατούμε σήμερα στα χέρια μας, τους «Στοχασμούς Πρώτης Φιλοσοφίας» του Ντεκάρτ [1596-1650] ή «Μεταφυσικούς Στοχασμούς», όπως είναι γνωστότεροι, με βάση τον γαλλικό τίτλο του έργου. Έπαινος οφείλεται λοιπόν στον μεταφραστή, καθώς και στους επιμελητές της σειράς ‘Ευμενείς έλεγχοι’ των εκδόσεων Εκκρεμές.

Για τους ιστορικούς της φιλοσοφίας αποτελεί κοινό τόπο ότι ο Ντεκάρτ υπήρξε ο ιδρυτής της Νεότερης φιλοσοφίας. Πράγματι, το καρτεσιανό εγχείρημα δεν έχει πολλά ανάλογα στην ιστορία της σκέψης. Πλάι του μπορούν να σταθούν ισότιμα λίγοι φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτωνας κι ο Αριστοτέλης, ο Καντ κι ο Χέγκελ, ο Χάιντεγκερ κι ο Βιτγκενστάιν. Γιατί; Διότι ο Ντεκάρτ κάνει κάτι ολωσδιόλου καινούργιο: όχι απλώς ανανεώνει ριζικά τη φιλοσοφική παράδοση, αλλά προχωρεί σε μια εκ βάθρων ανατροπή, σε μια αλλαγή ‘παραδείγματος’. Μετά τον Ντεκάρτ, όλα θα έχουν αλλάξει, το φιλοσοφικό τοπίο θα έχει μεταβληθεί εντελώς. Μάλιστα, ο ίδιος έχει πλήρη συνείδηση της ανήκουστης τόλμης και πρωτοτυπίας του: την επιδιώκει και τη γνωρίζει. Σε κανένα άλλο καρτεσιανό κείμενο δεν αποτυπώνεται με τόση σαφήνεια η συναίσθηση του μεγαλείου αυτής της πρωτοπόρας φιλοσοφικής σκέψης, όσο στους Στοχασμούς. Γι’ αυτόν τον λόγο, εξάλλου, η κυοφορία, η γέννηση, η έκδοση και η πρόσληψη του έργου είχαν τόσο τρικυμιώδη ιστορία.

Επιλέγοντας τον όρο Στοχασμοί, όρο θεολογικής προέλευσης που δηλώνει τον βαθύ διαλογισμό περί των θείων πραγμάτων, ο Ντεκάρτ ρισκάρει να αναμετρηθεί με ολόκληρη την παράδοση της σχολαστικής φιλοσοφίας. Δέχεται να αγωνιστεί εκτός έδρας, στο γήπεδο των αντιπάλων του, με τους κανόνες που εκείνοι είχαν θέσει. Ωστόσο, κατορθώνει να επιβάλει ένα δικό του, εντελώς νέο αγωνιστικό σύστημα, ώστε πολύ γρήγορα μετασχηματίζει τους όρους του παιχνιδιού, αλλάζει το γήπεδο και τα διακυβεύματα του αγώνα. Χρειάζεται σίγουρα μεγάλη τόλμη, για να αντιμετωπίζει κανείς τους θεολόγους της Σορβόννης, υποβάλλοντάς τους ένα κείμενο όπως αυτό των Στοχασμών. Κείμενο που αγγίζει τα όρια της ύβρεως, εφόσον επιδιώκει να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού μέσω της ύπαρξης του ανθρώπου, ή καλύτερα, μέσω της ύπαρξης του υποκειμένου, του ‘εγώ’.

Στους έξι Στοχασμούς του, οι οποίοι λαμβάνουν χώρα σε έξι συνεχόμενες ημέρες (επιλογή που δεν μπορεί παρά να μας φέρνει στον νου τη βιβλική «Γένεση»), ο φιλόσοφος πρώτα αποδομεί και μετά αναδομεί, αναπλάθει τον κόσμο: από τη ριζική αμφιβολία για τα πάντα, ακόμη και για τον Θεό, στον πρώτο Στοχασμό, περνά στην εύρεση της μίας και μοναδικής βεβαιότητας του δεύτερου Στοχασμού: όσο αμφιβάλλω, σκέπτομαι, και, επειδή σκέπτομαι, υπάρχω. Με βάση την ύπαρξή μου, αποδεικνύεται και η ύπαρξη του Θεού, στον τρίτο Στοχασμό. Κατόπιν, στον τέταρτο, διατυπώνεται η θεωρία της σχέσης μεταξύ αλήθειας και πλάνης, για να αποδειχθεί εκ νέου, στον πέμπτο, η ύπαρξη του Θεού, τούτη τη φορά a posteriori. Τέλος, ο έκτος στοχασμός αναλαμβάνει να αποδείξει την ύπαρξη του φυσικού κόσμου, ώστε όλα τα πράγματα να επιστρέψουν στη θέση τους, με τη διαφορά ότι τώρα τα πράγματα έχουν βρει τη σωστή τους θέση, δηλαδή εκείνη που τους προσδίδει η νέα φιλοσοφία, ο καρτεσιανισμός.

Οι αντιδράσεις που συνάντησε το κείμενο των Στοχασμών ήταν ποικίλες, κάποιες ενθουσιώδεις, μα οι περισσότερες επιφυλακτικές ή και παντελώς απορριπτικές. Πολλές παρατηρήσεις και αντιρρήσεις διατυπώθηκαν, στις οποίες ο Ντεκάρτ απάντησε επιμελώς με διευκρινίσεις και αντεπιχειρήματα. Όλη αυτή η φιλοσοφική ζύμωση κατέληξε στην πρώτη δημοσίευση του λατινικού κειμένου των Στοχασμών μαζί με έξι σειρές Αντιρρήσεων και Απαντήσεων, το 1641 στο Παρίσι, για να ακολουθήσει η δεύτερη έκδοση με μια τροποποίηση στον υπότιτλο και την προσθήκη μιας έβδομης σειράς αντιρρήσεων και απαντήσεων, το 1642 στο Άμστερνταμ. Πρόκειται ίσως για το μοναδικό βιβλίο στην ιστορία της φιλοσοφίας που συντάχθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο, μέσα από ανταλλαγή επιχειρημάτων ανάμεσα σε πολλούς φιλοσόφους και λογίους. Τα πράγματα περιπλέχθηκαν ακόμη περισσότερο, όταν το 1647 κυκλοφόρησε η γαλλική μετάφραση, την οποία ο Ντεκάρτ διάβασε, διόρθωσε και ενέκρινε. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να υπάρχουν δύο πρωτότυπα κείμενα, λατινικό και γαλλικό, τα οποία διαφέρουν αισθητά σε ορισμένα σημεία.

Αυτή στάθηκε ίσως και η μοίρα του Ντεκάρτ, να στηρίζεται διαρκώς με το ένα πόδι στα λατινικά και με το άλλο στα γαλλικά, όπως δηλώνει εξάλλου και η διττή εκδοχή του ονόματός του: άλλοτε Καρτέσιος και άλλοτε Ντεκάρτ. Λεπτή ειρωνεία για τον μεγάλο φιλόσοφο που εγκαινίασε τη γαλλική σχολή φιλοσοφίας και προσπάθησε πάντοτε να καταστήσει απολύτως σαφείς και ευκρινείς τις ιδέες και έννοιες που χρησιμοποιούσε, φθάνοντας με ασφάλεια στη γνώση, μέσω του ορθού λόγου, που είναι κοινός σε όλους τους ανθρώπους, όποια γλώσσα και αν μιλούν ή γράφουν.

Ασφαλώς, χρειάζεται να ειπωθεί ότι, την ίδια εκείνη εποχή, υπήρξε και άλλος φιλοσοφικός δρόμος, πέρα από την καρτεσιανή μέθοδο του στοχασμού: 13 χρόνια μετά τον θάνατο του Ντεκάρτ, ο Σπινόζα θα γράψει το βιβλίο «Αρχές της Φιλοσοφίας του Ντεκάρτ» (πρόκειται για το μόνο έργο που δημοσίευσε επωνύμως όσο ζούσε). Ως επίμετρο, ο Σπινόζα θα προσθέσει εκεί τις δικές του Μεταφυσικές σκέψεις. Φαίνεται λοιπόν ότι, ενώ το καρτεσιανό ‘εγώ’ στοχάζεται, ο σπινοζικός άνθρωπος σκέπτεται (όπως δηλώνει ένα αξίωμα του 2ου μέρους της «Ηθικής»). Όμως αυτά είναι μια άλλη ιστορία.

Εξετάζοντας την ελληνική μετάφραση των «Στοχασμών», διαπιστώνουμε πλήθος αρετών. Πέραν του ότι πρόκειται για άρτια έκδοση από αισθητική άποψη, ο μεταφραστής έκανε φιλότιμη δουλειά έρευνας και τεκμηρίωσης, προσφέροντας εργαλεία που υποβοηθούν την κατανόηση του κειμένου και του πλαισίου μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η καρτεσιανή σκέψη. Τέτοια στοιχεία είναι: α) Ο κατατοπιστικός πρόλογος, στις σελίδες του οποίου παρουσιάζονται οι εκδοτικές περιπέτειες του κειμένου και εξηγούνται οι επιλογές του μεταφραστή. β) Οι ερμηνευτικές υποσημειώσεις στο κείμενο και η συχνή παράθεση της γαλλικής εκδοχής του κειμένου. γ) Τα εκτενή εννοιολογικά σχόλια, πολύ χρήσιμα για τον αναγνώστη που δεν είναι εξοικειωμένος με την ορολογία των φιλοσόφων της εποχής. δ) Τα μεταφραστικά σχόλια, όπου ο μεταφραστής αιτιολογεί τις επιλογές του με τρόπο, ως επί το πλείστον, τεκμηριωμένο και πειστικό. ε) Το πολύ χρήσιμο «Γλωσσάριο», που παραθέτει τους καρτεσιανούς όρους στα ελληνικά, δίνοντας δίπλα τους αντίστοιχους λατινικούς και γαλλικούς. στ) Ο λεπτομερής εργοβιογραφικός χρονολογικός πίνακας, που βοηθά τον αναγνώστη να τοποθετήσει ιστορικά την πνευματική παραγωγή του συγγραφέα. ζ) Τέλος, η εκτενής και ενημερωμένη διεθνής βιβλιογραφία για τον Ντεκάρτ, που περιλαμβάνει τις εκδόσεις των έργων του φιλοσόφου, τις μεταφράσεις τους σε άλλες γλώσσες (και στα ελληνικά), καθώς και ικανό αριθμό μελετών σχετικών με την καρτεσιανή φιλοσοφία.

Παρόλο που δεν υπάρχουν σημαντικά μεταφραστικά προβλήματα, θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει ενστάσεις ως προς την απόδοση ορισμένων φιλοσοφικών όρων, όπως άλλωστε ισχύει για κάθε μετάφραση τέτοιου τύπου. Ωστόσο, ο μεταφραστής έχει λάβει τα μέτρα του, αιτιολογώντας πάντοτε τις επιλογές του. Και ασφαλώς θα ήταν κάπως πρόωρο να κρίνουμε τούτη τη μετάφραση πριν να δοκιμαστεί στην πράξη, μέσα από διαδοχικές αναγνώσεις, πανεπιστημιακές διδασκαλίες και άλλες χρήσεις. Αν πάντως είχα να διατυπώσω μία βασική κριτική παρατήρηση, αυτή θα αφορούσε στο ύφος, δηλαδή σε κάτι αρκετά υποκειμενικό. Προσωπικά, λοιπόν, θα προτιμούσα ένα ύφος λιγότερο λόγιο από εκείνο του μεταφραστή. Δεν δίνω παραδείγματα, νομίζω ότι ο αναγνώστης του κειμένου θα καταλάβει τι εννοώ. Θα ήταν, τέλος, ευχής έργο να μεταφραστούν σύντομα στη γλώσσα μας και οι επτά σειρές των «Αντιρρήσεων και Απαντήσεων» που συνοδεύουν τους «Στοχασμούς», ώστε το ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό να έχει τη δυνατότητα να διαβάσει επιτέλους ολοκληρωμένο τούτο το θεμελιώδες έργο της Νεότερης φιλοσοφίας.

Πηγή: Εφημερίδα «Το Βήμα»